Διηγήσεις Θαυμασίων Τιμίου Προδρόμου
Ο Άγιος Νικόλαος, ο Τίμιος Πρόδρομος κι ο λαουτιέρης*
Κάποτε στην Κωνσταντινούπολη ζούσε ένας φτωχός λαουτιέρης1. Ο οργανοπαίκτης αυτός είχε την συνήθεια να πηγαίνει, δύο φορές την ημέρα, έξω από την ιστορική Μονή του Τιμίου Προδρόμου στην Πέτρα2, η οποία ήταν απέναντι από τον Ναό του Αγίου Νικολάου3, και να παίζει το λαούτο του προς τιμήν του Τιμίου Προδρόμου. Μετά έμπαινε στον Ναό προσκυνούσε την εικόνα του Αγίου και έφευγε. Αυτό το έκανε, διότι είχε μεγάλη αγάπη στον Τίμιο Πρόδρομο, αλλά κι επειδή ήταν πολύ φτωχός και δεν μπορούσε να προσφέρει τίποτε άλλο, ούτε λειτουργεία, ούτε κερί, ούτε θυμίαμα, πρόσφερε το παίξιμό του.
Μια μέρα πέθανε ένας αιρετικός και τον έφεραν να τον ενταφιάσουν στον Ναό του Τιμίου Προδρόμου. Ο άγιος όμως δεν ήθελε, και τόσο οργίσθηκε ώστε η χάρις του που κατοικούσε στον Ναο ήθελε να φύγει. Την ημέρα της κηδείας ήλθε πάλι ο λαουτιέρης, κατά την συνήθειά του. Τότε όμως βλέπει τον Τίμιο Πρόδρομο να βγαίνει από την εκκλησία του και να κατευθύνεται προς την εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Ο φτωχός μουσικός έσπευσε να τον ακολουθήσει διαλογιζόμενος το παράδοξο που έβλεπε και πλησιάζοντάς τον παρατηρεί με δέος πως ο Άγιος Νικόλαος έχει εξέλθει από το Ναό του κρατώντας το Ευαγγέλιο και το θυμιατό στα χέρια του, για να υποδεχθεί τον Τίμιο Πρόδρομο.
Αφού τον θυμίασε και αυτός ασπάστηκε το Ευαγγέλιο και μεταξύ τους, του είπε:
«Πως και ήλθες ως εδώ Βαπτιστά του Χριστού;».
Ο Τίμιος Πρόδρομος αποκρίθηκε:
«Έναν αιρετικό έθαψαν στην εκκλησία μου και γι᾿ αυτό τον λόγο έφυγα από αυτήν!»
Ο δε Άγιος Νικόλαος, κοιτάζοντας τον λαουτιέρη, ρώτησε τον Τίμιο Πρόδρομο ποιος είναι αυτός και γιατί τον ακολουθεί· και ο Βαπτιστής του απάντησε:
«Αυτός ο άνθρωπος έρχεται κάθε μέρα σε μένα και επειδή δεν έχει κάτι άλλο να μου προσφέρει ως δείγμα της αγάπης και της ευλάβειάς του προς εμένα, παίζει κατά Θεόν το λαούτο του με όλη του την καρδιά, αντί για προσευχή και δέηση, γιατί αυτή είναι η τέχνη του κι ύστερα προσκυνά και πηγαίνει στην δουλειά του. Εγώ θέλω μεν να τον ανταμείψω για την καλωσύνη και τον κόπο του, αλλά όπως πολύ καλά ξέρει η αγιοσύνη σου τίποτα δεν απέκτησα σε αυτόν τον κόσμο από υλικά αγαθά. Γι᾿ αυτό σε παρακαλώ, εσύ που κάνεις πάντοτε μεγάλες ελεημοσύνες και πατέρας των ορφανών και των φτωχών υπάρχεις και επειδή εσύ έλαβες το χάρισμα από τον Θεό να παρέχεις κάθε καλό στους πεινασμένους, τις χήρες και τα ορφανά, αντάμειψε και τον κόπο του φτωχού αυτού». Και λέγοντας αυτό ο θείος Ιωάννης μπήκε στον ναό του Αγίου Νικολάου.
Ο Άγιος Νικόλαος τότε παίρνει τον λαουτιέρη και πάνε στο παλάτι. Μπαίνοντας μέσα κατευθύνθηκαν προς το θησαυροφυλάκιο, στο οποίο βρήκαν τους φύλακες κοιμισμένους.
Ο Άγιος έκανε το σημείο του σταυρού και οι πόρτες του θησαυροφυλακίου άνοιξαν μόνες τους. Αφού μπήκαν μέσα ο Άγιος είπε στον λαουτιέρη να πάρει όποια σακούλα με φλουριά θέλει. Ο φτωχός μουσικός από τον φόβο του δεν τολμούσε να απλώσει να πάρει τίποτα.
Τότε ο Άγιος πιάνοντας μια σακούλα γεμάτη την έδωσε στον φτωχό και του είπε:
«Πάρε αυτήν, πήγαινε στο καλό και διηγήσου τα μεγαλεία του Θεού».
Και ο μεν Άγιος γύρισε στον Ναό του, ο δε πτωχός πήγε στο σπίτι του δοξάζοντας τον Θεό και ευχαριστώντας τους Αγίους. Χαίρονταν με όλη την καρδιά του κι έκαμε φορέματα που ήταν γυμνός από την φτώχεια του.
Δεν πέρασαν πολλές μέρες και οι φύλακες ανακάλυψαν, ότι έλειπε η σακούλα αν και οι πόρτες ήταν κλειστές και οι σφραγίδες απείραχτες και το είπαν στον Aυτοκράτορα, ο οποίος διέταξε να γίνει έρευνα σε όλη την πόλη. Βρέθηκαν λοιπόν μερικοί γείτονες του λαουτιέρη, που ήξεραν ότι παλαιότερα ήταν φτωχός, ενώ τον τελευταίο καιρό απέκτησε ξαφνικά χρήματα, και το είπαν στον Βασιλιά, ο οποίος πρόσταξε να τον φέρουν μπροστά του αμέσως.
Ο λαουτιέρης του διηγήθηκε ακριβώς τι συνέβη και ο Aυτοκράτορας, ο οποίος ήταν πολύ ευσεβής, θαύμασε, του επέτρεψε να φύγει και να κρατήσει και τα χρήματα, λέγοντάς του:
«Επειδή ο Άγιος Νικόλαος, όπως μας είπες, έπιασε αυτήν την σακούλα με τα άγιά του χέρια, δώστην μου αδειανή, να την έχω για ευλογία και αγιασμό και ως αναμνηστικό του θαύματος αυτού».
* Δημοσιεύθηκε στην Ακολουθία του Αγίου Νικολάου, έκδοσις Ι. Κελλιον ‘’Μπαρμπεράδων’’, Άγιον Όρος 1993, στο Gustav Anrich, Hagios Νikolaos, Βerlin, 1913, p. 365-368 και στο περιοδικό AΓΙΟΡΕΙΤΙΚH ΒΙΒΛΙΟΘHΚH Ε΄ (1940 -41), σελ. 256-260.
1. Το πολίτικο λαούτο ή λάφτα είναι ένα παραδοσιακό έγχορδο μουσικό όργανο, το οποίο χρησιμοποιείται, κατά κύριο λόγο, στην εκτέλεση κομματιών της λεγόμενης Βυζαντινής Μουσικής, λόγω των διαστημάτων που μπορεί να παράγει.
2. Μονή του Προδρόμου «τοῦ ἐν τῇ Πέτρᾳ»: Την είχε ιδρύσει τον Ε΄ αιώνα ο Άγιος Βάρας, συνασκητής του Αγίου Παταπίου και του Αγίου Ραβουλά, βρίσκονταν δίπλα στο αυτοκρατορικό ανάκτορο των Βλαχερνών και κατείχε την τρίτη θέση στην ιεραρχία των άλλων μονών μετά την μονή του Στουδίου και των Μαγγάνων. Διεφύλασσε τον αριστερό βραχίονα του αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού, ”μέρος, του άρτου, ον ο Σωτήρ ημών έδωκε την Πέμπτη του μυστικού δείπνου τω Ιούδα, ολίγου αίματος του Σωτήρος ημών, του αίματος, όπερ ανέβλυσεν εκ σταυρού πληγωθέντος υπό Ιουδαίων εν Βηρυτώ, των τριχών του πώγωνος του Σωτήρος ημών, τεμαχίου του λίθου, εφ ‘ ου κατετέθη ο Σωτήρ ημών αποκαθηλωθείς, του σιδήρου της λόγχης του Λογγίνου, του καλάμου και του σπόγγου και των ιματίων του Σωτήρος ημών και των τριχών της μητρός του Θεού», την κάρα του αγίου Βονιφατίου, λείψανα του αγίου Παντελεήμονος και της Αγίας Αναστασίας. Εκεί διέσωσε ο Άγιος Βάρας το άφθαρτο σκήνωμα του αγίου Παταπίου, όπου έμεινε στην Μονή της Πετρας ως τα χρόνια των Παλαιολόγων.
3. Ευκτήριο του Αγίου Νικολάου: βρίσκεται στην πλαγιά του έκτου λόφου της Κωνσταντινούπολης, είναι μικρών διαστάσεων, κτισμένο στο εσωτερικό κήπου καλουμένου «Μπογδάν Σεράϊ », δηλαδή «ανάκτορο της Μολδαβίας». Ο κήπος βρίσκεται λίγα βήματα ανατολικά του «Τεμένους Κεφελί» (της παλιάς Μονής του Μανουήλ), στην περιοχή Φατίχ, κοντά στο Edirnekapı (την αρχαία πύλη του Χαρισίου) και στη Μονή της Χώρας..
https://iconandlight.wordpress.com/category/%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%B1/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου