Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος ο Σιναΐτης (606 η 649 μ.Χ.)
Εορτάζει στις 30 Μαρτίου και την Δ’ Κυριακή των Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Κατά τη μαρτυρία του Δανιήλ του Ραϊθηνού, κάποιος μοναχός ονομαζόμενος Μωυσής, ένοιωσε στην καρδιά του να ανάβη αγάπη προς τον μονήρη βίο. Γι’ αυτό παρακάλεσε πολύ μία ημέρα τον θεοφόρο Πατέρα Ιωάννη της Κλίμακος να τον κρατήσει κοντά του, για να διδαχθή από αυτόν την αληθινή φιλοσοφία.
Ο άγιος βέβαια στην αρχή δεν ήθελε να τον κρατήσει κοντά του, εκείνος όμως επέμενε, χρησιμοποιώντας για μεσίτες πολλούς από τους πατέρες, με τις παρακλήσεις εκείνων, τον έκαμψε τον μακάριο, ώστε να τον κρατήσει κοντά του ως υποτακτικό.
Ο άγιος έστειλε μία ημέρα τον υποτακτικό του αυτόν να μεταφέρει λίγο χώμα εκλεκτό για τις λαχανίδες του κήπου τους. Ο Μωυσής πράγματι έφθασε στον τόπο που του υπέδειξε και πρόθυμα υπάκουσε. Παρά την προθυμία όμως, με την οποία άρχισε την εργασία εκείνη, όταν έφθασε το μεσημέρι, κουράσθηκε, γιατί ήταν ο τελευταίος μήνας του καλοκαιριού και η ζέστη πάρα πολύ μεγάλη.
Έτσι κάθησε να ξεκουρασθεί στη σκιά κάποιου πελώριου βράχου, που ήταν εκεί κοντά, χωρίς να προσέξει, ότι ήταν έτοιμος να καταπέσει. Καθώς μάλιστα ξεκουραζόταν αμέριμνος, αποκοιμήθηκε.
Την ώρα ακριβώς εκείνη ο άγιος βρισκόταν στο κελλί του και προσευχόταν, χωρίς όμως να ξεχνά βέβαια και το νεαρό υποτακτικό του. Σε κάποια στιγμή όμως καταλήφθηκε και αυτός από έναν ύπνο λεπτότατο, εξαιτίας προφανώς της μεγάλης ζέστης του καλοκαιριού. Στον ύπνο του ακριβώς αυτόν ένιωσε κάποια στιγμή να τον σκουντά ένας άνδρας ιεροπρεπής και επιτιμητικά να του λέγει:
-«Πώς αμερίμνως υπνείς, ο δε Μωυσής εν κινδύνω διατελεί;». Πώς μπορείς, δηλαδή, να κοιμάσαι, Ιωάννη, τη στιγμή που ο υποτακτικός σου Μωυσής βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο;
Στο άκουσμα των λόγων εκείνων ο άγιος αναπήδησε και επιδόθηκε πάραυτα με όλη τη θέρμη και τον ζήλο της καρδιάς του σε μία απεγνωσμένη προσευχή για τη σωτηρία του μαθητού. Η προσευχή αυτή έκανε τότε το θαύμα της, γιατί ο Μωυσής άκουσε μέσα στο βαθύ ύπνο του τον γέροντά του να τον φωνάζει και, ξυπνώντας, έσπευσε παρευθύς προς το μέρος του.
Μόλις έκανε όμως κάποια βήματα, ο τεράστιος λίθος, κάτω από τον οποίο ήταν ξαπλωμένος, κατέπεσε, αφήνοντας εμβρόντητο το Μωυσή, που έσπευσε να διηγηθεί στο γέροντά του τα όσα διέτρεξαν. Στο άκουσμα των πιο πάνω ο «ταπεινόνους» γέροντας δόξαζε τότε «κρυφίαις βοαίς και βίαις αγάπης» τον παντοδύναμο Κύριο, που άκουσε την προσευχή του και έσωσε το νεαρό εκείνο και υπάκουο υποτακτικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου