---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
«Μας είπε ότι κάθε βράδυ προσεύχεται για όλους και πως παλεύει με τους δαίμονες»
Μαρτυρία Τσώνη Κωνσταντίνου από την Ερέτρια:
Το έτος 1987, τον Σεπτέμβριο, με την σύζυγό μου πήγαμε στο χωριό Ροβιές κοντά στην Λίμνη Ευβοίας για να ξεκουραστούμε λίγες μέρες. Εκεί ο ξενοδόχος μάς μίλησε για το Μοναστήρι του Οσίου Δαυΐδ.
Πήγαμε την Κυριακή στην θεία Λειτουργία. Εμείς τότε με την Εκκλησία είχαμε τυπικές σχέσεις. Μετά την Λειτουργία ο κόσμος ήταν πολύς και περίμενε τον Ηγούμενο Ιάκωβο. Εμείς βγήκαμε στο δάσος για περίπατο.
Ξαφνικά, από το πουθενά, φανερώθηκε μπροστά μας ένας καλόγερος. Μου ήρθε ένας κακός λογισμός ότι αυτός ο καλόγερος μάς παρακολουθεί. Μας ρώτησε από πού είμαστε και τι κάνουμε. Εγώ, για να τον πειράξω, του είπα ότι βγήκα βόλτα με την φίλη μου. Ήμασταν παντρεμένοι, αλλά δεν φορούσαμε βέρες.
«Όχι», μας απάντησε ήρεμα, «είστε παντρεμένοι, έχετε ένα μικρό αγοράκι και σύντομα θα αποκτήσετε κι ένα κοριτσάκι». Εκείνη την περίοδο δεν σκοπεύαμε να κάνουμε άλλο παιδί, γιατί δεν είχαμε σπίτι δικό μας και είχαμε άλλες προτεραιότητες.
Μας είπε: «Μην στενοχωριέστε, γιατί το θέμα με την Αρχαιολογία που έχεις θα λυθεί σύντομα». Δεν του είχα αναφέρει τίποτα για το θέμα αυτό. Οι «σοφοί» του τόπου μας έκτισαν την καινούργια πόλη πάνω στα ερείπια της παλαιάς και η Αρχαιολογία παιδεύει τον κόσμο.
Του λέω:
–Πάτερ, εδώ το τοπίο είναι πολύ ωραίο· είναι σαν Παράδεισος!
–Παιδί μου, λέει, ξέρεις πώς είναι ο Παράδεισος, εκεί που θα πάνε οι ενάρετοι και οι δίκαιοι;
Μας μιλούσε για τον ουράνιο Παράδεισο, μας είπε πολύ ωραία πράγματα, αλλά δεν κατάφερα να τα συγκρατήσω.
Μας είπε και για την προσωπική μας ζωή, ότι θα φτιάξουμε σπίτι, θα κουρασθούμε πολύ αλλά θα τα καταφέρουμε. Θα έχουμε στενοχώριες από άδικους και ζηλόφθονους ανθρώπους, αλλά ο Θεός και η Παναγία θα μας προστατεύουν.
Μας είπε, επίσης, ότι κάθε βράδυ παλεύει με τους δαίμονες και τον δέρνουν. Προσεύχεται για όλον τον κόσμο, πηγαίνει για προσευχή στο ασκηταριό ψηλά στα βουνά.
Με το φτωχό μου το μυαλό είπα ότι ο καλόγηρος μάς λέει ψέματα. Ξαφνικά τον χάσαμε. Όπως ήρθε, έτσι και έφυγε. Γυρίσαμε στο Μοναστήρι και ο κόσμος περίμενε να δει τον Ηγούμενο Ιάκωβο Τσαλίκη.
Εμείς καθίσαμε σε μιαν ακρούλα. Έρχεται σ’ εμάς ο καλόγερος, ο ίδιος που είχαμε δει στο δάσος, που ήταν ο π. Ιάκωβος και μας μίλησε για διάφορους ασθενείς, τι έχει ο καθένας και ποιοι θα γίνουν καλά.
Μας είπε πάρα πολλά. Ο κόσμος μάς κοίταζε παράξενα, αλλά ο καλόγερος σαν να τους αγνοούσε και μιλούσε μαζί μας.
Οι μοναχοί μάς είπαν ότι εκείνη την περίοδο ο Ηγούμενος ήταν πολύ άρρωστος και δεν μπορούσε να βλέπει ανθρώπους.
Εκείνη την εποχή δεν γνώριζα ποιος ήταν ο Γέροντας Ιάκωβος. Τώρα δικαιολογώ τον κόσμο που μας κοίταζε παράξενα για την μεγάλη τιμή που μας έκανε να γνωρίσουμε τον Άγιο Γέροντα Ιάκωβο.
Αισθανόμαστε την προστασία του και, όταν έχουμε κάποιο πρόβλημα, επικαλούμαστε τ’ όνομά του και μας βοηθά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το μήνυμά σας: