Τρίτη 19 Ιουλίου 2016

Άγιος Σιλουανός: ‘Όποιος αισθάνεται την Χάριν του Θεού και στην ψυχή και στο σώμα είναι τέλειος άνδρας και αν τη διαφυλάξει το σώμα του αγιάζεται και αποβαίνει άγιον λείψανο.





Αγίου Σιλουανού αποφθέγματα:

Ο Κύριος κελεύει ημάς να αγαπώμεν Αυτόν εξ’ όλης ψυχής, αλλά πως είναι δυνατόν να αγαπάς Εκείνον τον Οποίον ουδέποτε είδες, και πως να μάθεις αυτήν την αγάπη; Ο Κύριος γνωρίζεται εκ της ενεργείας Αυτού εις την ψυχή. ‘Όταν ο Κύριος επισκεφθεί αυτήν, η ψυχή γνωρίζει ότι ήτο ο προσφιλής Επισκέπτης και αναχώρησε, η δε ψυχή επιθυμεί και αναζητεί Αυτόν μετά δακρύων: «Που εκρύβης, Φως μου; Πού είσαι χαρά μου; Τα ίχνη Σου ευωδιάζουν εν τη ψυχή μου, αλλά Συ απήλθες, και η ψυχή μου Σε ποθεί, και ηκηδίασεν η καρδία μου και θλίβεται, και ουδέν πλέον χαροποιεί εμέ, διότι επίκρανα τον Κύριον, και Αυτός εκρύβη απ’ εμού».

Εάν είμεθα απλοί ως τα παιδία, ο Κύριος θα εδείκνυεν εις ημάς τον παράδεισο, θα εβλέπομεν Αυτόν εν τη δόξη των Χερουβίμ και των Σεραφείμ και πασών των επουρανίων δυνάμεων και των Αγίων. Αλλά δεν είμεθα ταπεινοί, και δια τούτο βασανίζομε και εαυτούς και τους άλλους, όσοι ζουν μεθ’ ημών.

Εκ της αγάπης προς τον αδελφό έρχεται η χάρις, και δια της αγάπης προς τον αδελφό φυλάττεται. Εάν όμως δεν αγαπώμεν τον αδελφό, τότε και η αγάπη του Θεού δεν έρχεται εις την ψυχή, ένεκα της κατακρίσεως ή του μίσους προς τον αδελφό.

‘Ω, πόσον πρέπει να ικετεύωμεν τον Κύριον, ίνα δώσει εις την ψυχή το ταπεινόν ‘Αγιον Πνεύμα! Η ταπεινή ψυχή έχει μεγάλη ανάπαυσιν, η υπερήφανος όμως βασανίζει η ιδία εαυτήν. Ο υπερήφανος δεν γνωρίζει την αγάπη του Θεού και ευρίσκεται μακράν Αυτού. Υπερηφανεύεται ότι είναι πλούσιος ή επιστήμων ή ένδοξος, αλλά δεν γνωρίζει το έσχατο της πενίας και της απώλειας αυτού, διότι τον Θεό δεν γνώρισε. ‘Όστις όμως αγωνίζεται κατά της υπερηφάνειας, εις αυτόν ο Κύριος γίνεται βοηθός, ίνα νικήσει τούτο το πάθος.

Φαίνεται εις πολλούς ότι οι Άγιοι είναι μακράν αφ’ ημών. Αλλά δεν είναι μακράν εκείνων οίτινες φυλάττουν τας εντολάς του Χριστού και έχουν την χάριν του Αγίου Πνεύματος.

Επικαλείσθε μετά πίστεως την Θεοτόκο και τους Αγίους. Ούτοι ακούουν των προσευχών ημών και γνωρίζουν και τους διαλογισμούς ημών.

Οι ‘Άγιοι ακούουν των προσευχών ημών και έχουν από Θεού την δύναμιν, ίνα βοηθούν ημάς. Τούτο είναι γνωστό εις όλον το γένος των χριστιανών.

Εάν ζητείς όπως ο νούς σου προσεύχηται ηνωμένος μετά της καρδίας, και δεν επιτυγχάνεις τούτου, τότε λέγε την προσευχή δια του στόματος και κράτει τον νούν εν ταις λέξεσι της προσευχής, ως διδάσκει η «Κλίμαξ». Εν καιρώ ο Κύριος θα δόση εις σε και την καρδιακήν προσευχή, άνευ λογισμών, και θα προσεύχησαι αβιάστως.

Ο Κύριος έδωκεν εις ημάς την εντολή να αγαπώμεν τον Θεό εξ’ όλης της καρδίας και εξ όλης της διανοίας και εξ όλης της ψυχής. Αλλ’ άνευ προσευχής πως είναι δυνατόν να αγαπάς; Δια τούτο ο νούς και η καρδία του ανθρώπου οφείλουν πάντοτε να είναι ελεύθεροι δια προσευχή.

Παρομοίαν αναζήτησιν της επιγνώσεως του θελήματος του Θεού, δια της αμέσου εν προσευχή στροφής προς Αυτόν, ιδίως εν καιρώ ανάγκης ή θλίψεως, οδηγεί τον άνθρωπο εις την κατάστασιν περί της οποίας ομιλεί ο Γέρων: «Ακούει εντός της ψυχής αυτού απάντησιν εκ του Θεού και διδάσκεται και κατανοή την χειραγωγίαν Αυτού… Ούτως οι πάντες πρέπει να μανθάνωμεν να αναγνωρίζωμεν το θέλημα του Θεού, διότι, αν δεν μανθάνωμεν, ποτέ δεν θα γνωρίσωμεν αυτήν την οδόν».

1. Η γνώσις του θελήματος του Θεού είναι δυνατή δια διαφόρων οδών. Μία εξ αυτών είναι ο λόγος του Θεού, αι εντολαί του Χριστού. Αλλ’ εν ταις ευαγγελικαίς εντολαίς, παρά την τελειότηταν αυτών ή μάλον λόγω της τελειότητος αυτών, το θέλημα του Θεού αποκαλύπτεται εις την τελικήν γενικήν αυτού έννοια, και ο άνθρωπος εις την ζωή αυτού, αντιμέτωπος προς ατελείωτων ποικιλίαν περιστάσεων, συχνάκις δεν γνωρίζει πως πρέπει να ενεργήσει, ίνα ευρεθεί η πράξης αυτού εντός του ρεύματος του Θείου θελήματος.

2. «Είναι καλόν πάντοτε να ζητείς παρά του Θεού «σύνεσιν εν πάση», τι και πως πρέπει να πράξης ή να ειπείς. ‘Άλλες λέξεσι, εις έκαστη περίπτωσιν δέον όπως ζητείς την επίγνωσιν του θελήματος του Θεού και τας οδούς προς εκπλήρωσιν αυτού.

Η εκζήτησης του θελήματος του Θεού είναι το σπουδαιότερων έργον της ζωής ημών, διότι «οδεύοντες την οδόν» του θελήματος του θεού γινόμεθα μέτοχοι της αιωνίου θείας ζωής.

‘Όπου άφεσις αμαρτιών, εκεί ελευθερία συνειδήσεως και αγάπη, έστω και μικρά.
Εάν θέλεις να μάθεις πόσον αγαπά ημάς ο Κύριος, μίσησον τας αμαρτίας και τους κακούς λογισμούς, και προσεύχου ενθέρμως ημέρας και νυκτός, και τότε θα δόση εις σε ο Κύριος την χάριν Αυτού και θα γνωρίσεις τον Κύριον δι’ Αγίου Πνεύματος. Μετά θάνατον δε, όταν θα έλθεις εις τον παράδεισο, θα αναγνωρίσεις και εκεί τον Κύριον δια του Αγίου Πνεύματος, καθώς εγνώρισας Αυτόν επί της γης.

Η προς τον Θεό αγάπη υπάρχει εις διαφόρους βαθμούς: ‘Όστις ανθίσταται εις κακούς λογισμούς, ούτος αγαπά κατά το μέτρο αυτού τον Θεό. ‘Όστις αγωνίζεται κατά της αμαρτίας, παρακαλεί τον Θεό όπως δίδει εις αυτόν δύναμιν, ίνα μη αμαρτάνει, αλλ’ εξ αδυναμίας προσκόπτει εισέτι προς την αμαρτία και θλίβεται δια τούτο και μετανοεί. Ούτος έχει την χάριν εν τω βάθη της ψυχής και του νού, αλλά τα πάθη δεν έχουν εισέτι ηττηθεί. 

‘Όστις δε υπερνίκησε τα πάθη, ούτος δεν έχει πλέον αγώνα, αλλά μόνον προσέχει εαυτό εν παντί, όπως μη πέσει εις αμαρτία. Ο τοιούτος έχει την χάριν μεγάλη και αισθητή. ‘Όστις αισθάνεται την χάριν και εν τη ψυχή και εν τω σώματι, ούτος είναι τέλειος ανήρ και εάν διαφυλάξει την χάριν αυτήν, το σώμα αυτού αγιάζεται και αποβαίνει άγιον λείψανο.

‘Όστις ζει κατά τας εντολάς, ούτος καθ’ έκαστη ώρα και στιγμήν ακούει να ηχεί εν τη ψυχή αυτού η χάρις. Υπάρχουν όμως και άνθρωποι οίτινες δεν κατανοούν την έλευσιν αυτής.

«’Όταν ο νούς είναι όλος εν τω Θεώ, τότε ο κόσμος λησμονείται εντελώς».

«Να προσεύχησαι υπέρ των ανθρώπων σημαίνει να χέεις αίμα».

«Ποίος δεν θέλει ελευθέρια; Πάντες θέλουν αυτήν, αλλά πρέπει να γνωρίζεις εις τι συνίσταται και πως αποκτάται. Ο εφιέμενος ελευθερίας δεσμεύει εαυτόν. 

Καθ’ ο μέτρο δεσμεύεις εαυτόν, το πνεύμα σου θα απολαύει ελευθερίας… 

Πρέπει να δεσμεύεις τα πάθη εντός σου, ίνα μη κατακυριεύουν του πνεύματος σου. 

Πρέπει να δεσμεύεις εαυτόν, ίνα μη αδικήσεις τον πλησίον σου… 

Συνήθως οι άνθρωποι ζητούν την ελευθέρια, ίνα πράττουν «ότι θέλουν». Τούτο όμως δεν είναι ελευθερία, αλλ’ η εξουσία της αμαρτίας επί σε. Η ελευθερία να αμαρτάνεις – να γαστριμαργής, να μεθύσκησαι, να μνησικακής, να εκβιάζεις, να φονεύεις, ή να πράττεις τι παρομοίων – ουδόλως είναι ελευθερία, αλλά δουλεία, ως ο Κύριος είπε: «Πας ο ποιών την αμαρτία δούλος εστί της αμαρτίας» (Ιωάν. η’ 34). Είναι αναγκαίων να προσεύχησαι πολύ, όπως ελευθερωθείς της φοβέρας αυτής δουλείας.
«Ημείς φρονούμε ότι η αληθινή ελευθερία έγκειται εις το να μη αμαρτάνεις, εις το να αγαπάς τον Κύριον και τον πλησίον μεθ’ όλης της καρδίας σου και όλης της ισχύος σου.
«Η αληθής ελευθερία είναι η διαρκής διαμονή εν τω Θεώ».

Ο εχέφρων υποτακτικός ή εξομολογούμενος ιδού πώς συμπεριφέρεται προς τον πνευματικό:

Εκθέτει εν ολίγοις το πλέον ουσιώδες περί του λογισμού ή της καταστάσεως αυτού και κατόπιν αφήνει τον πνευματικόν ελεύθερον. 

Ο πνευματικός, προσευχόμενος από της πρώτης στιγμής της συναντήσεως, αναμένει φωτισμό εκ του Θεού, και εάν αισθάνηται εν τη ψυχή αυτού «πληροφορία», τότε δίδει την απάντησιν, την οποίαν και δέχονται ως τελικήν. 

Διότι, εάν ο εξομολογούμενος παραβλέψει τον «πρώτον λόγον» του πνευματικού, τότε συγχρόνως θα μειωθεί η ενέργεια του μυστηρίου και η εξομολόγησις δυνατόν να μεταβληθεί εις απλή ανθρώπινη συζήτησιν.

Ο Γέρων έλεγε: «’Άλλο πράγμα είναι να πιστεύει τις εις τον Θεό και άλλο να γνωρίζει Αυτόν».

Ο Θεός ουδεμία ασκεί βία επί του ανθρώπου, αλλ’ ίσταται μακροθυμώνν παρά την καρδιά και ταπεινός αναμένει πότε θα ανοιχθεί αύτη εις Αυτόν.

Ο ίδιος ο Θεός ζητεί τον άνθρωπο, πριν ή ο άνθρωπος εκζητήση Αυτόν. Και όταν, κατά την κατάλληλο στιγμήν, εμφανίζηται ο Κύριος εις τον άνθρωπο, τότε μόνον γνωρίζει ούτος τον Θεό κατά το δοθέν εις αυτόν μέτρο και τότε μόνον άρχεται ούτος να εκζητή τον Θεό, ’Όστις αποκρύπτεται από της καρδίας.

«Πως θα ζητείς εκείνο, το οποίον δεν απώλεσες; Πως θα ζητείς εκείνο, το οποίον ουδόλως γνωρίζεις; Αλλά η ψυχή γνωρίζει τον Κύριον και δια τούτο εκζητή Αυτόν».

«Ούτω και εν τη ψυχή ημών, όταν επικαλώμεθα το άγιον όνομα του Κυρίου, γίνεται μεγάλη γαλήνη.

΄Ω Κύριε, δός ημίν ίνα σε αινώμεν έως της εσχάτης ημών πνοής».

«Ψυχή ήτις γνώρισε τον Κύριον ουδέν φοβείται, εκτός της αμαρτίας, και προ παντός την αμαρτία της υπερηφάνειας. Γνωρίζει ότι ο Κύριος αγαπά ημάς, τότε τι να φοβηθώμεν;»

«Πολλοί προσεύχονται προφορικώς ή αγαπούν να προσεύχονται δια βιβλίων. Και τούτο είναι καλόν, και ο Κύριος δέχεται την προσευχή και σπλαχνίζεται αυτούς. 

Εάν όμως προσεύχηται τις εις τον Κύριον και σκέπτηται άλλα τινά, τότε ο Κύριος δεν εισακούει της τοιαύτης προσευχής.

΄Όστις προσεύχεται εκ συνηθείας, δεν έχει αλλαγές εις την προσευχή, όστις όμως προσεύχεται θερμώς, υφίσταται πολλάς αλλαγές κατά την προσευχή: Διεξάγει μάχη προς τον εχθρόν, μάχη προς τον εαυτόν, προς τα πάθη, μάχη προς τους ανθρώπους, και εν παντί πρέπει να είναι ανδρείος». 

«Πολλοί αγαπούν να αναγινώσκουν σοβαρά βιβλία, και τούτον είναι καλόν, αλλ’ ανωτέρα πάντων είναι η προσευχή». 

«Εάν ζητείς όπως ο νούς σου προσεύχηται ηνωμένος μετά της καρδίας, και δεν επιτυγχάνεις τούτου, τότε λέγε την προσευχή δια του στόματος και κράτει τον νούν εν ταις λέξεσι της προσευχής, ως διδάσκει η «Κλίμαξ». 

Εν καιρώ ο Κύριος θα δόση εις σε και την καρδιακήν προσευχή, άνευ λογισμών, και θα προσεύχησαι αβιάστως». 
«Διψά η ψυχή μου τον Κύριον και μετά δακρύων αναζητώ Αυτόν». 
«’Ω η αγάπη του Κυρίου. Δεν έχω δυνάμεις να περιγράψω αυτήν, διότι είναι απείρως μεγάλη και θαυμαστή». 

«Κύριε, δός μοι Σε μόνον να αγαπώ.
Συ έκτισες εμέ, Συ εφώτισας εμέ δια του αγίου βαπτίσματος, Συ συγχωρείς τας αμαρτίας μου και δίδεις να κοινωνώ το τίμιων Σώμα Σου και Αίμα. Δός μοι την δύναμιν να μένω πάντοτε εν Σοι.
Κύριε, δός μοι αδαμιαία μετάνοια και την αγια Σου ταπείνωσιν». 

«Ούτω πρέπει να βιάζωμεν εαυτούς προς το καλόν καθ’ όλη την ζωήν ημών και το κυριώτερον, να συγχωρώμεν εις τους άλλους τα πλημμελήματα αυτών, και τότε ο Κύριος δεν θα μνησθή των αμαρτιών ημών και θα δώση εις ημάς την χάριν του Αγίου Πνεύματος». 

«Κύριε ελεήμων, δίδαξον πάντας ημάς δια του Πνεύματός Σου του Αγίου να ζώμεν κατά το θέλημά Σου, ώστε πάντες ημείς εν τω Φωτί Σου να γνωρίσωμεν Σέ τον αληθινόν Θεό, διότι άνευ του Φωτός Σου δεν δυνάμεθα να κατανοήσωμεν το πλήρωμα της αγάπης Σου. Φώτισον ημάς δια της χάριτός Σου, και αύτη θα θερμάνη τάς καρδίας ημών, ίνα Σέ αγαπώμεν».

«Ο αδελφός μας είναι η ζωή μας».
«Να προσεύχεσαι για τον κόσμο είναι σαν να χύνης αίμα».

«Υπάρχουν πολλοί τρόποι να στερείται κανείς την πίστη. Ο χειρότερος είναι να έχη μια πίστη λογική και συλλογική. Βεβαίως δεν αποκλείεται να υπερασπίζη κανείς την πίστη του με τη βοήθεια της λογικής, χρειάζεται όμως γι’ αυτό μια διάνοια, σε κατάσταση χάριτος, να τρέφεται από «τα βάθη της θείας ζωής». ’Όταν στερεύη αυτή η πηγή, αρχίζει ο θρησκευτικός ορθολογισμός».

Κι εγώ όταν ήμουν στον κόσμο, σκεφτόμουν πως να ήταν η ευτυχία επί της γης: Είμαι υγιής, κομψός, πλούσιος, ο κόσμος με αγαπά – κι είχα αυτήν την κενοδοξία. 
’Όταν όμως εγνώρισα με το ’Αγιο Πνεύμα τον Κύριο, άρχισα πια να θεωρώ όλη τη δόξα του κόσμου σαν καπνό, που τον διασκορπίζει ο άνεμος».
«Από τότε η ψυχή μου ελκύεται προς Αυτόν και τίποτε πια δεν με ευφραίνει στη γη, αλλά μοναδική μου αγαλλίαση είναι ο Θεός. Αυτό είναι ο Θεός. Αυτός είναι η χαρά μου, Αυτός η δύναμή μου, Αυτός η σοφία μου, Αυτός ο πλούτος μου». 

«Η προσευχή δίνεται στον προσευχόμενο. Η προσευχή που γίνεται μόνο από συνήθεια, χωρίς καρδιά συντετριμμένη για την αμαρτία του, δεν είναι αρεστή στο Θεό».

Τι μας εμποδίζει να γνωρίσουμε το Θεό
Η απιστία προέρχεται από την υπερηφάνεια. Ο υπερήφανος ισχυρίζεται πως θα γνωρίσει τα πάντα μα το νου του και την επιστήμη, αλλά η γνώση του Θεού παραμένει ανέφικτη γι’ αυτόν, γιατί ο Θεός γνωρίζεται μόνο με την αποκάλυψη του Αγίου Πνεύματος.

Ο Κύριος αποκαλύπτεται στις ταπεινές ψυχές. Σ’ αυτές δείχνει τα έργα Του, που είναι ακατάληπτα για το νου μας. Με τον φυσικό μας νου μπορούμε να γνωρίσουμε μόνο τα γήινα πράγματα, κι αυτά μερικώς, ενώ ο Θεός και όλα τα ουράνια γνωρίζονται με το ’Αγιο Πνεύμα. 

Μερικοί μοχθούν σ’ όλη τους τη ζωή για να μάθουν τι υπάρχει στον ήλιο ή στη σελήνη ή κάτι παρόμοιο, αλλ’ αυτά δεν ωφελούν την ψυχή. ’Αν όμως προσπαθούσαμε να γνωρίσουμε τι υπάρχει μέσα στον άνθρωπο, τότε θα βλέπαμε στην ψυχή του αμαρτωλού σκοτάδι και κόλαση. Και είναι ωφέλιμο να το ξέρουμε, γιατί θα είμαστε αιώνια είτε στη βασιλεία είτε στην κόλαση.

Κύριος έδωσε στη γη το ’Αγιο Πνεύμα. Και όσοι το έλαβαν αισθάνονται τον παράδεισο μέσα τους
’Ισως πεις: «Γιατί λοιπόν δεν έχω και εγώ μια τέτοια χάρη;» Επειδή εσύ δεν παραδόθηκες στο θέλημα του Θεού, αλλά ζεις σύμφωνα με το δικό σου θέλημα.

Παρατηρήστε εκείνον που αγαπάει το θέλημά του: Δεν έχει ποτέ ειρήνη στη ψυχή του και δεν ευχαριστιέται με τίποτα. Γι’ αυτόν όλα γίνονται όπως δεν θα έπρεπε. ’Οποιος όμως δόθηκε ολοκληρωτικά στο θέλημα του Θεού, έχει την καθαρή προσευχή και η ψυχή του αγαπάει τον Κύριο.

’Έτσι δόθηκε στο Θεό η Υπεραγία Παρθένος: «Ιδού η δούλη Κυρίου. γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου» (Λουκ. 1:38). 

’Αν λέγαμε κι εμείς, «Ιδού ο δούλος Κυρίου. γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου», τότε τα ευαγγελικά λόγια του Κυρίου θα ζούσαν στις ψυχές μας, η αγάπη του Θεού θα βασίλευσε σ’ όλον τον κόσμο και η ζωή στη γη θα ήταν απερίγραπτα ωραία.

Αλλά μολονότι τα λόγια του Κυρίου ακούγονται τόσους αιώνες σ’ όλη την οικουμένη, οι άνθρωποι δεν τα καταλαβαίνουν και δεν θέλουν να τα παραδεχθούν. ’Οποιος όμως ζει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, αυτός θα δοξαστεί και στον ουρανό και στη γη.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το μήνυμά σας: